Page Nav

HIDE

Grid

GRID_STYLE

Οι διαστάσεις και οι καμπύλες της επιδημίας

Τη μάχη που δίνουμε τώρα με τον κορωνοϊό φαίνεται να την κερδίζουμε, εφόσον βέβαια συνεχίσουμε να τηρούμε με ευλάβεια τα εκάστοτε μ...



Τη μάχη που δίνουμε τώρα με τον κορωνοϊό φαίνεται να την κερδίζουμε, εφόσον βέβαια συνεχίσουμε να τηρούμε με ευλάβεια τα εκάστοτε μέτρα. 

Η μάχη, όμως, για την ανόρθωση της οικονομίας ίσως αποδειχθεί πιο δύσκολη. Χωρίς, όμως, εύρωστη οικονομία δεν μπορεί να υπάρξει ικανοποιητικό επίπεδο υγείας.


Τα κριτήρια για την παρακολούθηση και αξιολόγηση μιας επιδημίας είναι η έκτασή της, η δυναμική τής εξάπλωσής της, η σοβαρότητα των επιπτώσεών της στην υγεία, αλλά και στην κοινωνία. Για τον σκοπό αυτό καταγράφονται κυρίως τα διαγνωσμένα κρούσματα, οι νοσούντες, οι νοσηλευόμενοι (κανονικοί, ΜΕΘ), και οι εξερχόμενοι από το νοσοκομείο, καθώς και οι θάνατοι. 

Για να εκτιμηθεί η έκταση της επιδημίας, ο πιο ασφαλής τρόπος είναι η διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων στο σύνολο του πληθυσμού. Επιλογή πρακτικά αδύνατη, όταν πρόκειται για τον πληθυσμό μιας ολόκληρης χώρας, αλλά και μειωμένης ακρίβειας όταν η διάγνωση δεν είναι τελείως αξιόπιστη. Το υφιστάμενο μοριακό τεστ, για παράδειγμα, έχει μειωμένη ευαισθησία κατά την προσυμπτωματική φάση της νόσου (μέχρι και 1-2 μέρες πριν από την εκδήλωση των συμπτωμάτων), έχοντας ένα ποσοστό αρνητικών αποτελεσμάτων σε μολυσμένα άτομα (ψευδώς αρνητικά) της τάξεως του 30%. Επιπλέον, η εξέταση αυτή, δεν προσφέρεται για τη διαχρονική παρακολούθηση της επιδημίας, στο μέτρο που δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται συχνά στο σύνολο ενός μεγάλου πληθυσμού, για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους.

Προσφέρεται, όμως, για την παρακολούθηση επιμέρους ομάδων του πληθυσμού, οι οποίες διατρέχουν και τον μεγαλύτερο κίνδυνο να γίνουν τοπικές εστίες επιδημικών εκρήξεων με σοβαρές συνέπειες για όλους. Τέτοιες περιπτώσεις είναι κυρίως οι «κλειστές» δομές, όπως τα γηροκομεία, οι φυλακές, τα καταλύματα μεταναστών-προσφύγων, αλλά και οι ευπαθείς ομάδες, όπως οι Ρομά, ή ιδιαίτερα εκτεθειμένα άτομα, όπως το υγειονομικό προσωπικό. Σε αυτή την προσπάθεια θα βοηθήσουν πολύ τα αναμενόμενα «γρήγορα» τεστ, αρκεί να είναι αξιόπιστα.

Από την άλλη, αυτό που μπορεί να γίνει είναι διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων σε περιορισμένο αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού, όπως γίνεται στις δημοσκοπήσεις.

Ένας άλλος τρόπος είναι η έμμεση εκτίμηση της εκάστοτε έκτασης της επιδημίας με βάση τα δεδομένα που καταγράφονται. Έχει αναφερθεί πως τα πραγματικά κρούσματα είναι δέκα φορές τα διαγνωσμένα. Με βάση τον συντελεστή αυτόν, στη χώρα μας στις 14/4 είχαμε 21.700 κρούσματα (2.170Χ10). 

Έχει, επίσης, προταθεί ο έμμεσος υπολογισμός με βάση τους νοσηλευόμενους, τους διασωληνωμένους ή τους θανάτους. Στην αρχή της επιδημίας, και κυρίως από τα στοιχεία της Γιουχάν, είχε υποστηριχθεί πως από το σύνολο των διαγνωσμένων κρουσμάτων το 15% θα νοσηλευτεί και το 5% θα διασωληνωθεί. Στην Ελλάδα συνολικά, οι ασθενείς που διασωληνώθηκαν μέχρι τις 14/4 ήταν 103, αριθμός που αντιστοιχεί σε 2.060 διαγνωσμένα κρούσματα, τα οποία απέχουν ελάχιστα από τα 2.170 καταγεγραμμένα την ημερομηνία αυτή. 

Οι θάνατοι είναι πιο αξιόπιστο δεδομένο, παρά το ότι η θνητότητα της επιδημίας COVID-19 (θάνατοι ανά περιστατικά επί 100) διαφέρει από χώρα σε χώρα. Διαφέρει, επίσης, όταν τα περιστατικά είναι τα διαγνωσμένα κρούσματα (case fatality) ή όταν είναι το σύνολο των εκτιμώμενων κρουσμάτων (infection fatality). Η θνητότητα επί των διαγνωσμένων κρουσμάτων είχε υπολογιστεί πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων σε 1,5%, ενώ επί του συνόλου των κρουσμάτων άλλες πηγές την εκτιμούν περίπου στο 0,6%. Στη δεύτερη περίπτωση, ο εκτιμώμενος αριθμός συνολικών κρουσμάτων στη χώρα μας ανέρχονται σε περίπου 17.000 ( το Imperial College τους εκτιμούσε πρόσφατα σε 14.500). Με βάση αυτά τα δεδομένα, το σύνολο των κρουσμάτων μέχρι τις 14/4 θα πρέπει να κυμαίνονταν από 15.000 έως 22.000.

Υπολογίζοντας τους δείκτες θνητότητας, αλλά και με τη χρήση ειδικών μοντέλων τα οποία λαμβάνουν υπόψη τη μείωση των επαφών λόγω των μέτρων και τη διαχρονική εξέλιξη των διαγνωσμένων κρουσμάτων για όσο διάστημα ακολουθείται η ίδια διαγνωστική στρατηγική, υπολογίζεται ο μέσος αριθμός υγειών ατόμων στα οποία θα μεταδοθεί ο ιός από ένα μολυσμένο άτομο (ο αριθμός Ro), ο οποίος, όταν είναι κάτω από 2,4, τότε η επιδημία δεν μπορεί να εξαπλωθεί. Για τη χώρα μας ανακοινώθηκε πρόσφατα από τον κ. Τσιόδρα η πολύ ευχάριστη είδηση ότι το Ro είναι κάτω από ένα, γεγονός που σηματοδοτεί τη φθίνουσα πορεία της επιδημίας.

Η φθίνουσα πορεία της επιδημίας στη χώρα μας πιστοποιείται και από την εξέλιξη ορισμένων άλλων σημαντικών δεδομένων. Τα κρούσματα, οι νοσηλευόμενοι και οι θάνατοι θα συνεχίσουν, δυστυχώς, να αυξάνονται και οι καμπύλες τους θα συνεχίσουν να έχουν ανοδική τάση. Όμως, έχει αρχίσει να μειώνεται ο ρυθμός αύξησης τους και να αυξάνεται ο χρόνος διπλασιασμού τους, οι οποίοι αποτελούν τους πιο βασικούς δείκτες παρακολούθησης των επιδημιών. Ο ποσοστιαίος ρυθμός αύξησης των διαγνωσμένων κρουσμάτων αναμένεται να μηδενιστεί το τρίτο δεκαήμερο του Απριλίου, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ο χρόνος διπλασιασμού των θανάτων, από τέσσερις μέρες στα μέσα Μαρτίου, έγινε έξι μέρες στα τέλη Μαρτίου και εννέα μέρες στις αρχές Απριλίου. Όσο για τη καμπύλη των διασωληνωμένων, αυτή κορυφώθηκε στις 5/4 (93) και έκτοτε μειώνεται με μικρές μόνο αυξομειώσεις από μέρα σε μέρα.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, τη μάχη που δίνουμε τώρα με τον κορωνοϊό φαίνεται να την κερδίζουμε, εφόσον βέβαια συνεχίσουμε να τηρούμε με ευλάβεια τα εκάστοτε μέτρα. Η μάχη, όμως, για την ανόρθωση της οικονομίας ίσως αποδειχθεί πιο δύσκολη. Χωρίς, όμως, εύρωστη οικονομία δεν μπορεί να υπάρξει ικανοποιητικό επίπεδο υγείας.

Γιάννης Τούντας
Καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής
Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια